- Αινυμενός
- οκύριο αντρικό όνομα τής Μυκηναϊκής που απαντά σε πινακίδα τής Πύλου [ai-nu-me-no].[ΕΤΥΜΟΛ. Αν ο τονισμός τού ανθρωπωνυμίου ήταν πράγματι Αἰνυμενός, δηλ. με τονιζόμενη τη λήγουσα (πράγμα που δεν δηλώνεται από τη γραφή τής Μυκηναϊκής), τότε πρόκειται περί μετοχικού τύπου με αρχαιότατη μορφή τονισμού στη λήγουσα (πρβλ. Ὀρχομενὸς < Ἐρχομενός, δεξαμενή, Σωζαμενὸς) που στους μετέπειτα χρόνους υπέστη βαρυτονία, μετακίνηση τού τόνου στην προπαραλήγουσα (φωνητικός νόμος τού Wheeler), από όπου οι κανονικοί μετοχικοί τύποι ἐρχόμενος, δεξαμένη, σωζόμενος, αἰνύμενος κ.τ.ό.].
Dictionary of Greek. 2013.